Η υδροπονία ως προϊόν των σύγχρονων μεθόδων της επιστήμης έχει καταφέρει να προσφέρει στον άνθρωπο μια ευρεία γκάμα από φρούτα, λαχανικά, βότανα και φυτά, υψηλής ποιότητας, καθαρότητας και πλούσια σε θρεπτικά συστατικά, τα οποία είναι πιο ωφέλιμα, για την ανθρώπινη υγεία, από εκείνα που Απτύσσονται με τις παραδοσιακές μεθόδους καλλιέργειας στο έδαφος. Πριν μερικά χρόνια κάτι τέτοιο δεν ήταν εφικτό. Σήμερα τα υδροπονικά συστήματα βρίσκουν εφαρμογή ακόμη και στα ερευνητικά εργαστήρια της ΝΑΣΑ με σκοπό την τροφοδοσία των πληρωμάτων στις αποστολές που στέλνει στο διάστημα.

Η ιστορία της υδροπονίας σαν πρακτική καλλιέργειας εκτός εδάφους πηγαίνει χιλιάδες χρόνια πίσω. Έχει τις ρίζες της στους αρχαίους πολιτισμούς της Βαβυλώνας, της Αιγύπτου, της Κίνας και της Ινδίας. Εκεί, οι απλοί άνθρωποι συνήθιζαν να χρησιμοποιούν ένα διάλυμα από κοπριά για να καλλιεργήσουν αγγούρια, καρπούζια και άλλους είδους λαχανικά στις αμμώδεις κοίτες των ποταμών. Θεωρείται μάλιστα - χωρίς να είναι εξακριβωμένο- πως οι Κρεμαστοί Κήποι της Βαβυλώνας, του 7 ου αιώνα π.χ. εξαιτίας του ξηρού κλίματος και της άγονης γης γύρω από τον Ευφράτη ποταμό, αποτελούσαν τις πρώτες περιπτώσεις, εξελιγμένων για την εποχή, συστημάτων υδροπονικής καλλιέργειας. Μερικούς αιώνες αργότερα και στην άλλη άκρη της υδρογείου, ένας ακόμη πολιτισμός εφάρμοσε τις αρχές της υδροπονικής καλλιέργειας. Για να επιλύσουν τα προβλήματα που προέκυπταν στις καλλιέργειες από τις βαλτώδες όχθες της λίμνης Tenochtitlan οι Αζτέκοι της Κεντρικής Αμερικής κατασκεύασαν κάποιους πλωτούς κήπους όπου καλλιεργούσαν τα φυτά τους. Στη σύγχρονη ιστορία τα πρώτα βήματα για την κατασκευή συστημάτων καλλιέργειας εκτός εδάφους έγιναν μέσα σε πειραματικό πλαίσιο το 1860 στη Γερμανία από τον Γερμανό βοτανολόγο Julius von Sachs, τα οποία αφορούσαν κάποιες τις προσπάθειες για την ανάπτυξη των φυτών μέσα σε θρεπτικό διάλυμα από μέταλλα. Τον επόμενο χρόνο ο συνάδελφος του Wilhelm Knop προχώρησε σε κάποιες βελτιώσεις αυτών των μεθόδων, οι οποίες ωστόσο παρέμεναν σε πειραματικό επίπεδο. Μέχρι τα τέλη του 19 ου αιώνα οι προσπάθειες των ερευνητών εστιάζονταν στη βελτίωση των υδροπονικών καλλιεργειών και τα κύρια προβλήματα που αντιμετώπιζαν ήταν η οξυγόνωση και η επαναλαμβανόμενη αντικατάσταση του θρεπτικού διαλύματος. Η υδροπονία τότε ήταν μια πρακτική η οποία εξασκούνταν σε ερευνητικό επίπεδο μέσα στα στενά όρια του επιστημονικού εργαστηρίου.
 

Αυτό όμως έμελλε να αλλάξει κατά τον 20 ο αιώνα, εποχή κατά την οποία επινοήθηκε και ο όρος υδροπονία. Πιο συγκεκριμένα, η επινόηση του όρου ανήκει στον William Frederick Gericke του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας, ο οποίος το1929 κατάφερε με επιτυχία να καλλιεργήσει ντομάτες, οι οποίες έφταναν τα 7-8 μέτρα, μέσα σε θρεπτικό διάλυμα. Αυτό το επίτευγμα στην ουσία σηματοδότησε την μετάβαση της υδροπονίας από τα εργαστήρια -μέσα στα οποία εξασκούνταν μέχρι τότε- στα πλαίσια της πρακτικής κηπουρικής.

Οι επόμενες δεκαετίες είδαν την ταχύτατη και ευρεία επέκταση της υδροπονίας σε παγκόσμιο επίπεδο. Η ικανότητα παραγωγής μεγάλων ποσοτήτων τροφίμων την κατέστησε αναγκαία λύση για την τροφοδοσία των στρατιωτών κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο σε περιοχές όπου το έδαφος ήταν άγονο. Κατά τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες του 1960 και 1970, μεγάλες εταιρείες σε Αμερική, Ευρώπη και Ασία ανέπτυσσαν πλέον την υδροπονία για εμπορικούς σκοπούς. Κατά τη δεκαετία του 1980 τα υδροπονικά συστήματα καλλιέργειας άρχισαν να αυτοματοποιούνται με τη βοήθεια των ηλεκτρονικών υπολογιστών μέσα σε αγροκτήματα μεγάλων εκτάσεων που λειτουργούσαν για λογαριασμό μεγάλων εταιρειών. Από το 1990 και μετά η υδροπονία άρχισε να γίνεται τόσο δημοφιλής που άρχισαν να κυκλοφορούν και υλικά για την κατασκευή πιο μικρών συστημάτων σε οικιακό/προσωπικό επίπεδο.

"Υπηρεσίες κειμενογράφησης ιστοσελίδων"
http://syngramma.gr/
https://www.facebook.com/syngramma